Η Ανάλυση Κόστους - Οφέλους (ΑΚΟ), που κυριάρχησε στο λεξιλόγιο της πανδημίας, είναι συνυφασμένη με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και χρησιμοποιείται εκτεταμένα από κράτη, κυβερνήσεις και επιχειρηματικούς ομίλους.
Στην πραγματικότητα, ενιαιοποιεί τα κριτήρια με τα οποία μια κυβέρνηση ή ένας επιχειρηματίας κάνει τη μία ή την άλλη επιλογή, ανάλογα με το όφελος που προσδοκά από αυτή, σε συνάρτηση με το κόστος που θα έχει η υλοποίησή της ή μη. 'Οπου «όφελος» βέβαια στον καπιταλισμό σημαίνει κέρδος και μόνο κέρδος.
Το Σώμα του Μηχανικού του αμερικανικού στρατού ήταν το πρώτο που εφάρμοσε την ανάλυση κόστους - οφέλους, το 1936 σε έργα υποδομών, στην καρδιά του αμερικανικού New Deal. Στη συνέχεια, η ΑΚΟ καθιερώθηκε ως ομοσπονδιακή πολιτική των ΗΠΑ το 1939, με βάση τον νόμο «περί ελέγχου των πλημμυρών».
Τις επόμενες δεκαετίες επεκτάθηκε σταδιακά και σε άλλους τομείς της κυβερνητικής πολιτικής, που αφορούν την υγειονομική περίθαλψη, τα προγράμματα διαχείρισης έκτακτης ανάγκης κ.ά.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο αξιοποιήθηκε αρχικά για τις επενδύσεις στον τομέα των Μεταφορών, ενώ και στην ΕΕ αποτελεί βασικό εργαλείο για την επιλεξιμότητα επενδύσεων και χρηματοδοτήσεων. Μάλιστα η Κομισιόν εκδίδει «οδηγούς» για την εφαρμογή της ΑΚΟ, όπως ο «Οδηγός ανάλυσης κόστους - οφέλους επενδυτικών σχεδίων».
Παρακάτω σταχυολογούμε ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα από πεδία εφαρμογής της ΑΚΟ, όπου τα δικαιώματα, οι ανάγκες, η υγεία, ακόμα και η ζωή του λαού μπαίνουν στη ζυγαριά του «κόστους - οφέλους» για το κεφάλαιο.